Το έριξε στις
μάσες η χοντρή πένα και εμείς περιμένουμε τα γραπτά της. Γράψε μωρή κάτι, έστω μια
μουντζαλιά - σταμάτα να τρως και να θρέφεις κοιλιά. Περιμένεις την μεγάλη έμπνευση
μας λες, αλλά το κοινό είναι ανυπόμονο δεν του αρέσει να περιμένει.
Πας και έρχεσαι
στην πολιτεία, αλλά δεν βγαίνει τίποτα. Έφερες και τηλεόραση στην σπηλιά για να
βρίσκεις θέματα, παρήγγειλες και λάπτοπ για να μπαίνεις στα σάιτ να είσαι ενημερωμένη,
αλλά δεν βλέπω άρθρα μωρ’ καημένη.
Την συγύρισες
λίγο την σπηλιά για να είναι πιο προσιτή – αυτό στο αναγνωρίζω. Τώρα που φτιάχνει
ο καιρός όλο και κάποιος περίεργος θα ανηφορίζει για δω πάνω.
Τούτος ο λοξός
ο ερημίτης για να νικήσει την βαρεμάρα του καλοκαιριού, θα ξεκινήσει σε λίγο να
μαζεύει ξύλα για τον χειμώνα. Μην τον υπολογίζεις αυτόν – πέφτει σε χειμερία νάρκη
το κατακαλόκαιρο…
Κοίτα τον πως
αποχαιρετάει τις τελευταίες βροχές…
Οι δυο μας θα
μείνουμε να τραβήξουμε το κουπί. Θα φτιάξουμε το δικό μας παραμύθι, μέσα από απόπειρες
γραφής και συγγραφικές αλχημείες.
Μην γελάς, όλοι
αυτό δεν κάνουν. Φτιάχνουν το δικό τους παραμύθι για να αντέξουν την σκληρή πραγματικότητα.
Ας φτιάξει τούτη δω η σπηλιά το παραμύθι των τρελών, που αρνούνται να ζήσουν φοβούμενοι
τον δράκο.
Και το κακό είναι
πως ο δράκος είναι άκαπνος, ξεδοντιασμένος, αλλά συνεχίζει να προκαλεί τρόμο. Μπορεί
και να συνηθίσαμε έτσι – με την δικαιολογία του φόβου, περιορίσαμε την περπατησιά
μας, μικρύναμε τις σκέψεις μας και τα όνειρα μας.
Γι αυτό σου λέω
γράψε – το γράψιμο σου δίνει ζωή, είναι ζωή. Μην το παρατάς, γιατί έτσι αρνείσαι
την ζωή.
Μπορεί το μέλλον
της σπηλιάς να φαντάζει δυσοίωνο – τι τύχη μπορεί να έχει στις μέρες μας, μια σπηλιά
με έναν ερημίτη λοξό και μια χοντρή πένα; Ίσως και το όλο εγχείρημα να είναι λάθος
– αλλά δεν είπαμε πότε πως κρατάμε επαγγελματικά την πένα.
Όταν το επαγγελματικό
μπαίνει από την πόρτα, πάντα το ταλέντο φεύγει από το παράθυρο, αλλά και ένα ξεχασμένο
ταλέντο, είναι άδικα χαμένο…
Νύχτωσε τώρα –
κοίτα η πολιτεία πως άναψε τα φώτα της. Να υπάρχουν άραγε ακόμα «φωτισμένοι» εκεί
κάτω; Σπάνια πάντως οι πολιτείες έβγαζαν στο σανίδι, τους «φωτισμένους» και αυτή
που στέκεται με τα μεγάλα φώτα από κάτω μας, δεν αποτελεί εξαίρεση.
«ξέρεις, είπε
η χόντρη πένα, μια νύχτα θα κατεβώ για να πάω στο «μπαρ το ναυάγιο», έχω ακούσει
πως εκεί μέσα συχνάζουν παρακμιακοί, που
έχουν πολλά να πουν, μα δύσκολα μιλούν. Και οι γυναίκες εκεί μέσα, γνωρίζουν πολλά
για τον έρωτα, μα δεν μπορούν ή δεν θέλουν να ερωτευτούν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου